Ο Χάμιλτον μετέτρεψε τον αγώνα της Ουγγαρίας σε μάχη με τον εαυτό του. Με την pole position προπορεύτηκε εξαρχής στο βρεγμένο οδόστρωμα και ξεπερνώντας τα απειλητικά σύννεφα, αύξανε συνεχώς τη διαφορά του από τους διώκτες του.
Αναδείχθηκε με ευκολία νικητής χάρη και στις αστοχίες των αντιπάλων του πριν καν την εκκίνηση. Εκεί ο Φερστάπεν έχασε τον έλεγχο πηγαίνοντας να πάρει θέση στο grid και ανάγκασε τους μηχανικούς του να κάνουν αγώνα δρόμου για να έχουν έτοιμο το μονοθέσιο και τα κατάφερε. Ακολούθησε το πρόβλημα του ομόσταβλού του Μπότας στην εκκίνηση, που απέφυγε οριακά την άκυρη εκκίνηση, αλλά έχασε πολλές θέσεις μένοντας πίσω από Στρολ, Φερστάπεν, Φέτελ και Λεκλέρκ.
Στη συνέχεια η βρόχη παρότι δεν έκανε την εμφάνισή της έπαιξε ρόλο ρυθμιστή στη εξέλιξη του αγώνα. Οι περισσότεροι οδηγοί αναγκάστηκαν να μπουν στα πιτ για να αλλάξουν ελαστικά χάνοντας πολύτιμο χρόνο στη συνέχεια. Πιο πολύ από όλους επηρεάστηκε ο Λεκλέρκ που με τη λάθος τακτική της Ferrari διατήρησε τη μαλακή γόμα και έδωσε πραγματική μάχη με το μονοθέσιό του μέχρι να μπει ξανά εσπευσμένα στα πιτ.
Ο Βρετανός ήταν ο μόνος που έμεινε ανεπηρέαστος, έφυγε μπροστά και οδήγησε τον αγώνα που εξελίχθηκε σε μονόλογο και μάχη με τον εαυτό του για τον ταχύτερο γύρο. Είναι χαρακτηριστικό της διαφοράς που δημιούργησε ότι κατά τη διάρκεια του αγώνα έριξε γύρο ακόμα και στον πέμπτο εκείνη τη στιγμή Σεμπάστιαν Φέτελ.
Βέβαια πίσω από το Χάμιλτον είχαμε μεγάλες μάχες με τον Φερστάπεν παρόλο που ξεκίνησε άσχημα να καταφέρνει να τερματίσει 2ος. Κράτησε μάλιστα τη θέση στο τέλος παρά την πίεση του Μπότας που βγήκε 3ος. Αντίθετα λίγο πριν τον τερματισμό ο Στρολ είδε τέταρτος την καρό σημαία, αλλά στη μάχη για την πεμπτη θέση είχαμε προσπέρασμα του Άλμπον που άφησε 6ο το Φέτελ. Βαθμολογήθηκαν ακόμα οι Πέρεζ, Ρικιάρντο, Μάγκνουσεν και Σάινθ.
Αυτή ήταν η 8η νίκη για το Χάμιλτον στην Ουγγαρία (2007, 2009, 2012, 2013, 2016, 2018, 2019, 2020) που ισοφάρισε έτσι το ρεκόρ του Μίκαελ Σουμάχερ, ο οποίος έχει δει πρώτος την καρό σημαία σε 8 αγώνες στο Γαλλικό Γκραν Πρι (1994, 1995, 1997, 1998, 2001, 2002, 2004, 2006).
Μάλιστα μετά τον αγώνα ξέσπασε όσον αφορά τη χλιαρή αντιμετώπιση από τους συνοδηγούς του στο θέμα του ρατσισμού λέγοντας απογοητευμένος:
“Βλέπω ότι πολλοί αισθάνονται πως εξέφρασαν μια φορά την άποψή τους και δεν χρειάζεται να ασχοληθούν δεύτερη. Πραγματικά πιστεύω ότι σκέφτονται σαν άτομα, δεν είναι σημαντικός αυτός ο σκοπός για εκείνους. Έδωσα μάχη για να τους πείσω για τη σημασία του ζητήματος, κάποιοι όπως για παράδειγμα ο Ρομέν Γκροζεάν δεν ήταν υποστηρικτικοί. Η Ένωση των Οδηγών “τρέχει” από τρεις ανθρώπους, από τον Γκροζεάν, το Φέτελ και τον Άλεξ Βουρτς. Οι δύο βοηθούν, ο ένας όμως δεν θεωρεί ότι είναι σημαντικό να συνεχιστεί ο αγώνας. Δεν θέλω να στηρίζομαι απόλυτα στους οδηγούς, γιατί δεν θέλω να αισθάνονται ότι πρέπει να το κάνουν εξαιτίας μου. Πιστεύω ότι δεν βλέπουν το ζήτημα με σοβαρότητα, κάποιοι δεν έχουν μεγαλώσει σε παρόμοιο περιβάλλον και αισθάνονται ότι απλά δεν τους αφορά, δεν τους επηρεάζει. Το έχω ακούσει να το λένε, “αφού δεν με αφορά, γιατί να ασχοληθώ”. Το θέμα δεν είναι ατομικό, είναι μια μάχη γι’ αυτόν τον κόσμο, για τους ανθρώπους που έχουν υποστεί διακρίσεις. Πρέπει να παλέψουμε για την αλλαγή. Κάποιοι οδηγοί έρχονται σε επαφή μαζί μου, με ρωτούν τι μπορούν να κάνουν και αυτό είναι φανταστικό. Θα μιλήσω με την Formula 1 αυτή την εβδομάδα, θα μιλήσω με τον Ζαν Τοντ γιατί ουδείς άλλος μπορεί να βοηθήσει. Χρειαζόμαστε έναν ηγέτη, που είναι ο Ζαν Τοντ; Δεν θα έπρεπε να είναι δική μου δουλειά να μιλάω με τις ομάδες, μόνο μία αντιμετωπίζει το ζήτημα με σοβαρότητα. Θέλω να είμαι υποστηρικτικός, κάποιος από ψηλά πρέπει να αναλάβει αυτή τη δουλειά, κάποιος που έχει τη δύναμη και μπορεί να επηρεάσει καταστάσεις”.