Στα τέλη της δεκαετίας του ΄80, η VW παρουσίασε το Corrado, ενα σπορ κουπέ 2+2 θέσεων, με στόχο εαν γινόταν την κορυφή στις κατηγορίες GT και GTI, στις οποίες κυριαρχούσαν το ομόσταυλο Golf Gti, το Peugeot 205 Gti, το Opel Calibra, το Renault 5 Gt turbo, το Corolla Levin κ.λ.π. Θα μπορούσε να θεωρηθεί κατά κάποιο τρόπο η συνέχιση του Scirocco, ως ένα νέο σπορ κουπέ που θα πλασσαριζόταν ανάμεσα στις κατηγορίες GT και GTI, με το δικό του ξεχωριστό στυλ μηχανοτεχνικά.
Η συναρμολόγηση του, δόθηκε αποκλειστικά στον εργοστασιακό συνεργάτη της εταιρείας απο το Wolfsburg την ευρέως γνωστή για την αξιοπιστία της στην ποιότητα κατασκευής, Karmann με έδρα το Osnabrück. Η ειδοποιός διαφορά του Corrado απο τα υπόλοιπα «καυτά» χάτσμπακ και κουπέ της εποχής, βρίσκοταν στον μηχανικό συμπιεστή, μια καινοτομία η οποία «απογείωσε» τις επιδόσεις.
Μοτέρ – Επιδόσεις – Περιφερειακά
Ο κομπρέσορας G όπως τον «βάφτισε» η VW (απο την σχεδίαση του αφου εσωτερικά αποτελούταν απο δύο περιστρεφόμενα σπιράλ, και το 60 απο την διάμετρο του) «κούμπωσε» στο αξιόπιστο 8βάλβιδο 1800άρι μοτέρ του Golf Mk1 με τα110 άλογα, με κάποιες τροποποιήσεις, ανεβάζοντας την ισχύ στα 160 άλογα στις 5.600 σ.α.λ, με την ροπή των 22,5 κιλών να κάνει την εμφάνιση της απο τις 3.800 σ.α.λ.
Στον εξ ολοκλήρου υποτετράγωνο (81x 86,4 mm) 1781 κ.εκατοστών απο αλουμίνιο κινητήρα, με ένα επικεφαλή εκκεντροφόρο, η συμπίεση κατέβηκε στο 8:1, ενισχύθηκαν οι μπιέλες, η φλάτζα και οι βαλβίδες εισαγωγής, ενώ οι βαλβίδες εξαγωγής ψύχονταν με νάτριο. Με το πασπαρτού 5άρι σασμάν του γκρούπ και παρόλο την μακριά τελική σχέση μετάδοσης 3,45:1, η εταιρεία έδινε απο στάση για τα 0-100, 8,5 δεύτερα, για το 400άρι 16,5” και για το χιλιόμετρο 29,5”.
Πολύ καλές για την εποχή επιδόσεις για το 1.115 κιλών αμάξωμα με τα λιγότερα απο 7 κιλά ανα ίππο. Επι της ουσίας στο δρόμο, οι μακριές σχέσεις του σασμάν και του διαφορικού, μαζί με την επίπεδη ροπή απο χαμηλά, «φωτοφράφιζαν» περισσότερο τον εξευγενισμένο και ομοιογενή χαρακτήρα ενός GT, παρά ενός καθαρόαιμου Gti.
Την τροφοδοσία τώρα είχε αναλάβει ένα σύστημα έμμεσου ηλεκτρονικού ψεκασμού πολλαπλών σημείων της Bosch, ενώ ο κομπρέσορας διέθετε και ιντερκούλερ αέρα- αέρα. Το σπορ κουπέ της VW, σταματούσαν αεριζόμενοι δίσκοι 280 χλστ μπροστά και απλοί των 225 χλστ πίσω. Η ανεξάρτητη ανάρτηση αποτελούνταν μπροστά απο γόνατα μακφέρσον, ελατήρια, υδραυλικά τηλεσκοπικά αμορτισέρ και αντιστρεπτική ράβδο, ενώ πίσω, διέθετε ημιάκαμπτο άξονα, ελατήρια, υδραυλικά τηλεσκοπικά αμορτισέρ και επίσης αντιστρεπτική ράβδο.
Οι τροχοί του Corrado περιελάμβαναν αλουμινένιες ζάντες διαστάσεων 6,5”x15”, που «φορούσαν» ελαστικά 185/55 με δείκτη ταχύτητας V. Το 1991 ήρθε και η «εξωτική» αναβάθμιση του δίπορτου κουπέ, με την τοποθέτηση ενός θηριώδη κινητήρα σε διάταξη V 15 μοιρών, δανεισμένο απο το Golf VR6, με ελαφρά ανεβασμένη χωρητικότητα απο τα 2.8 στα 2.9 λίτρα και απόδοση 190 ίππων!
Η έκδοση αυτή, βρήκε περισσότερους αγοραστές στην απέναντι πλευρά του Ατλαντικού, όπου το φορολογικό σύστημα και οι φθηνές τιμές τις βενζίνης (το VR6 αποδείχθηκε αρκετά αδηφάγο σε κάυσιμο) το έκαναν προσιτό.
Εντός – Εκτός
Με γοητευτικές γραμμές εξωτερικά και αρκετά καλή αεροδυναμική Cx 0,32, μεγάλες πόρτες και κόμπακτ σχήμα, το Corrado, απέπνεε μια νότα φρεσκάδας και σπορ εμφάνισης, ενώ στο εσωτερικό ο εξοπλισμός ήταν πλήρης και ποιοτικός με άριστο φινίρισμα, παρόλη την συντηρητική κλασσική, αλλά εργονομική Γερμανική σχεδίαση στα πρότυπα του Golf.
Στον στάνταρ εξοπλισμό, παρέχονταν μόνο τα απαραίτητα όπως και το άσχημο αισθητικά υδραυλικό τιμόνι, αλλά αν ζητούσες Κλιματισμό, δερμάτινο σαλόνι, ρυθμιζόμενη κολόνα τιμονιού, ηλεκτρική ηλιοροφή και ηλεκτρικά παράθυρα, θα έπρεπε να τα πληρώσεις έξτρα!
Με κοντά στις 100.000 πωλήσεις το Corrado G60, έμεινε στην αγορά απο το 1988 έως το 1995, ενώ το 2008 η VW παρουσίασε το νέο της πουλέν σε αυτήν την κατηγορία, το Scirocco Mk3!